1. Η παρερμηνεία της ορθής έννοιας του δόγματος προκαλεί σοβαρές ρήξεις στον Χριστιανισμό
Θα ασχοληθούμε, επί του παρόντος, με το τόσο επίκαιρο και σοβαρό πρόβλημα της θέσης των δογμάτων στην χριστιανική πίστη. Πόση, δηλαδή, σημασία πρέπει να δίνει ένας χριστιανός στα δόγματα και ποια αξία και θέση έχουν στη σωτηρία του; Με άλλα λόγια, πόσο απαραίτητες είναι οι θεμελιώδεις διδασκαλίες της πίστεως, στην εν Χριστώ αύξηση και τελείωση του ανθρώπου;
Όπως ήδη τονίσαμε, η λέξη «δόγμα» είναι μια πολύ παρεξηγημένη και αλλοιωμένη, εννοιολογικά, λέξη. Αυτή, ακριβώς, η εννοιολογική αλλοίωση της λέξης «δόγμα», συνοδευομένη με τις προσωπικές αντιλήψεις και τα προσωπικά πάθη πολλών, αφού τους απομακρύνει από την μέση οδό της αληθείας, τους εξακοντίζει στο ένα ή το άλλο άκρο.
Παρατηρούνται, λοιπόν, δυο ομάδες ανθρώπων από τις οποίες, οι μεν, πιστεύουν ότι τα δόγματα από μόνα τους σώζουν τον άνθρωπο, αν τα γνωρίζει με ακρίβεια και είναι διανοητικά προσκολλημένος σ' αυτά. Ακριβώς αντιδιαμετρικά με τους προηγούμενους βρίσκονται πολλοί άλλοι που, όχι μόνο δεν πιστεύουν ότι τα δόγματα μπορεί να έχουν κάποια θέση στη σωτηρία αλλά αντίθετα, τα απορρίπτουν πλήρως και τα θεωρούν επικίνδυνα, επιβλαβή και τις βασικές αιτίες που διχάζουν τους χριστιανούς, τους φανατίζουν και ενίοτε τους κάνουν να πολεμούν και μεταξύ τους.
Όπως και προηγουμένως αναφέραμε, αυτές οι ομάδες έχουν πιάσει η καθεμιά και από ένα άκρο έχοντας ξεφύγει από την μέση οδό. Αν και υπάρχουν αρκετά στοιχεία αληθείας και στις δυο, εν τούτοις, καμία δεν έχει απόλυτο δίκιο. Και οι δυο έχουν αστοχήσει να κατανοήσουν την βαθύτερη και ουσιαστική σημασία των χριστιανικών δογμάτων και τον ρόλο τους στη σωτηρία.
Σχεδόν σε όλες τις μεγάλες χριστιανικές ομολογίες μπορεί να βρει κανείς αντιπροσωπευτικά δείγματα ανθρώπων που ανήκουν στη μια ή την άλλη κατηγορία. Και βεβαίως, από αυτό, δυστυχώς, δεν εξαιρείται και η Ορθοδοξία, αν και η Εκκλησία δια των Αγίων Πατέρων και Διδασκάλων της τόνιζε πάντοτε την ορθή και μέση οδό, την ορθή και ισόρροπη αντίληψη περί δογμάτων. Είναι, όμως, αξιοσημείωτο ότι υπάρχουν πάμπολλες αιρετικές ομάδες που επισήμως αποδέχονται και υποστηρίζουν την μια ή την άλλη προσέγγιση. Υπάρχουν, δηλαδή, χριστιανικές ομολογίες που στηρίζουν την ύπαρξή τους σε ελάχιστες γνωσιολογικές διαφοροποιήσεις από άλλες και πείθουν τους οπαδούς τους ότι θα σωθούν επειδή απλώς και μόνον κατέχουν αυτές τις θεωρητικές γνώσεις, μη δίνοντας μεγάλη σημασία στην εφαρμογή των πρακτικών εντολών του χριστιανικού Ευαγγελίου.
Από την άλλη μεριά, υπάρχουν άλλες ομάδες στον χώρο της χριστιανοσύνης που οφείλουν την ύπαρξή τους στην ένωση μικροτέρων ομάδων αφού προηγουμένως απέρριψαν και αγνόησαν, όχι μόνο τις επουσιώδεις αλλά και τις βασικές, ακόμη, δογματικές τους διαφορές και αφού θεώρησαν ότι το αποκλειστικό μέσο της σωτηρία είναι τα καλά έργα.
2. Το δόγμα δεν είναι ιδέα ή διανοητική θεώρηση, αλλά ακτίνες θείας αποκαλύψεως στον άνθρωπο
Επισημάναμε αλλού ότι αυτές οι ακραίες καταστάσεις προήλθαν από την εσφαλμένη ερμηνεία της λέξης «δόγμα» αλλά και την κακή της χρήση από πολλούς για να ικανοποιήσει εμπαθείς προσωπικούς τους στόχους και κυρίως τον εγωισμό και την ματαιοδοξία τους. Η λέξη «δόγμα» από παλαιά αλλά και από τους συγγραφής της Αγίας Γραφής χρησιμοποιήθηκε για να δηλώσει κάθε, από Θεού αποκεκαλυμμένη θεωρητική αλλά και πρακτική αλήθεια της πίστεως, που συνάμα είναι και υποχρεωτική προϋπόθεση για την εν Χριστώ τελείωση του ανθρώπου.
Αυτά τα δόγματα ανέκαθεν εκφράζονται, ή αλλιώς, διατυπώνονται, αλλά κυρίως βιώνονται από όλα τα μέλη της Εκκλησίας που έχουν φτάσει στο στάδιο του Αγιασμού και της τελειώσεως δια του Αγίου Πνεύματος. Και λέμε ότι τα δόγματα «βιώνονται» και όχι «μελετώνται» ή «ερευνώνται» ή «αναγιγνώσκονται», διότι είναι καρπός της θείας αποκαλύψεως και όχι της ανθρώπινης ανακαλύψεως.
Τα γνήσια χριστιανικά δόγματα δεν ανακαλύπτονται από τους ανθρώπους αλλά αποκαλύπτονται από το Θεό στους ζώντες εν Χριστώ, δηλαδή, στα γνήσια μέλη της Εκκλησίας Του. Έτσι, οι Άγιοι της Εκκλησίας γνωρίζουν τα δόγματα άμεσα και όχι έμμεσα, δια της προσωπικής εμπειρίας και όχι μέσω μελέτης και συλλογισμών.
Η γνήσια, λοιπόν, γνώση των δογμάτων είναι εμπειρική και άμεση και όχι διανοητική και έμμεση. Επειδή, όμως, πολλοί απεκόπησαν ή απεσχίσθησαν από το Σώμα του Χριστού, δηλαδή, την Εκκλησία, την οποία το Παράκλητον Πνεύμα καθοδηγεί, και ως εκ τούτου είναι αποστερημένη της αμέσου και εμπειρικής γνώσεως των δογμάτων, γι' αυτό αναγκαστικά και για να καλύψουν αυτήν την πνευματική τους ξηρασία, καταφεύγουν όχι στον Χριστό και την Εκκλησία Του αλλά στην ιστορία περί της θείας αποκαλύψεως, δηλαδή την Αγία Γραφή ή ακόμη και την κοσμική ιστορία.
Η Αγία Γραφή είναι γραμμένη από ανθρώπους Αγίους και περιέχει τις προσωπικές τους εμπειρίες και μαρτυρίες για την θεία αποκάλυψη. Έτσι, είναι ένας πολύ χρήσιμος οδηγός και γνώμονας για την αλήθεια. Δεν είναι όμως η Αγία Γραφή η ίδια η θεία αποκάλυψη.
Ας φέρουμε ένα παράδειγμα από την καθημερινή ζωή για να το καταλάβουμε καλύτερα:
Κάποιοι πηγαίνουν σε μια ξένη χώρα, τελείως άγνωστη σε μας και ο καθένας τους γράφει και από μερικές σελίδες, για όσα είδε και άκουσε εκεί. Όταν διαβάζουμε τις αφηγήσεις τους τις προσαρμόζουμε στις δικές μας εμπειρίες και ο καθένας μας φτιάχνει μια δική του εικόνα για την άγνωστη αυτή χώρα.
Οι εικόνες, όμως, που φτιάχνουμε μπορεί να απέχουν πολύ από την πραγματικότητα. Μάλιστα, διαφέρουν τόσο περισσότερο από αυτήν όσο διαφέρουν και οι προσωπικές μας εμπειρίες από αυτές των αυτοπτών. Καταλαβαίνετε, λοιπόν, πόσο έξω πέφτουν στην εκτός της Εκκλησίας ερμηνεία της Αγίας Γραφής, αν θυμηθείτε ότι οι αυτόπτες Άγιοι περιγράφουν εικόνες από την Βασιλεία του Θεού, ενώ εμείς έχουμε στο νου μας και βιώνουμε μόνο τις εικόνες αυτού του πεπτοκώτος κόσμου. Και όπως γράφει ο Απόστολος Παύλος για τον εαυτό του και τους υπολοίπους Αγίους, «εμείς δεν ελάβαμε το πνεύμα του κόσμου αλλά το Πνεύμα που προέρχεται από τον Θεό, δια να γνωρίσομεν εκείνα που μας εχαρίσθησαν από τον Θεόν. Γι' αυτά μιλάμε όχι με λόγους που μας τους εδίδαξε ανθρώπινη σοφία, αλλά με λόγους που τους εδίδαξε το Πνεύμα το Άγιο, ερμηνεύοντες πνευματικά πράγματα εις πνευματικούς ανθρώπους. Ο φυσικός άνθρωπος δεν δέχεται όσα προέρχονται από το Πνεύμα του Θεού· διότι γι' αυτόν είναι μωρία. Δεν μπορεί να τα καταλάβει διότι πρέπει να εξεταστούν πνευματικώς» (Α΄ Κορ. β΄/2, 12-14).
Δεν είναι, λοιπόν, δυνατόν εκτός Εκκλησίας και με μόνο βοήθημα την Αγία Γραφή και τα λεξικά, να έχουμε ακριβή γνώση των δογμάτων της πίστεως, δηλαδή, του καρπού της θείας αποκαλύψεως.
Είναι ξεκάθαρο, από όσα είπαμε μέχρι τώρα αλλά και από όσα αναφέραμε την προηγούμενη φορά, ότι τα δόγματα της πίστεώς μας δεν είναι ανθρώπινες ιδέες, σκέψεις, απόψεις, θεωρίες ή φιλοσοφίες αλλά οι από Θεού αποκεκαλυμμένες αλήθειες που είναι απαραίτητες για τη σωτηρία μας. Και δεν είναι μόνον οι θεωρητικές αλήθειες, ότι δηλαδή, ο Σωτήρας του ανθρωπίνου γένους είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, που έγινε άνθρωπος και σταυρώθηκε για μας και αναστήθηκε, κ.τ.λ., αλλά και οι πρακτικές, δηλαδή, πως ακριβώς πρέπει να ζει ένας χριστιανός για να μην τον εγκαταλείψει η Χάρις του Θεού και αντίστροφα πάλι, τι πρακτικά πρέπει να κάνει για να λάβει δωρεάν την Χάρη και την σωτηρία όπως, για παράδειγμα, να βαπτιστεί, να κοινωνεί του Σώματος και του Αίματος του Χριστού, να προσεύχεται, κ.τ.λ..
Έτσι, διαβάζουμε, για παράδειγμα, στις Πράξεις των Αποστόλων, ότι «δόγματα» χαρακτηρίζονται οι αποφάσεις της Αποστολικής Συνόδου που, μεταξύ των άλλων, παρήγγειλε στους υπολοίπους χριστιανούς να απέχουν από «ειδωλοθύτων και αίματος και πνικτών και πορνείας» (Πράξ. ιε΄/15, 29). Και οι καθαρά πρακτικές αυτές πτυχές της ζωής των χριστιανών χαρακτηρίζονται, από τον Ευαγγελιστή Λουκά, ως δόγματα της Εκκλησίας και μάλιστα «εγκεκριμένα υπό των Αποστόλων και πρεσβυτέρων» (Πράξ. ις΄/16, 4).
Πηγή: Ορθόδοξη Ομάδα Δογματικής Έρευνας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου