Μια κρίση πρώτιστα πνευματική
του Θανάση Θ. Νιάρχου
Βεβαίως διερχόμαστε κρίση, αλλά η κρίση δεν είναι οικονομική. Είναι στο μεγαλύτερο βαθμό και, κυριότατα, πνευματική. Βεβαίως έχουν διαπραχθεί και εξακολουθούν να διαπράττονται, σε συλλογικό και κοινωνικό επίπεδο, λάθη, σφάλματα, ακόμη οικονομικά παραπτώματα και εγκλήματα. Τι πρόκειται όμως να αλλάξει ή να διορθωθεί με την αίσθηση ενός αδιεξόδου που μεγαλώνει, άλλοτε τεχνητά κι άλλοτε χάρη σε πραγματικές αιτίες;
Αφού κανείς μας δεν θέλει και δεν πρόκειται να πεθάνει, ακόμη κι αν συμβεί τα πράγμτα να γίνουν πολύ χειρότερα (που, μεταξύ μας, προς το παρόν τουλάχιστον, δεν είναι και τόσο άσχημα), γιατί να συμπεριφερόμαστε σαν η προοπτική του θανάτου να είναι η μόνη που μας έχει απομείνει; Σε τι βοηθάει ένας ακόμη και δικαιολογημένος πανικός, αν όχι για να εκτραχύνονται ακόμη περισσότερο τα πράγματα; Η έλλειψη μιας στοιχειώδους προοπτικής μόνον τον ετοιμοθάνατο μπορεί να τον κάνει καλύτερο ως άνθρωπο. Τον ζωντανό τον μεταβάλλει σε θηρίο ανήμερο.
Οι μόνοι, τελικά, που φαίνεται να ωφελούνται με την υπογράμμιση και τη διόγκωση μιας κρίσης οικονομικής, είναι όσοι συνετέλεσαν αποφασιστικά, με τις παραλείψεις και τις ατασθαλίες τους, ώστε η κρίση να γίνει βαθιά και ουσιαστική και προπαντός να ξεγελαστούμε όλοι οι υπόλοιποι, τα θύματά της, πως αν και πνευματική η κρίση, να την θεωρούμε αποκλειστικά και μόνον οικονομική. Να συνεργάζονται, δηλαδή, τα θύματα με τους θύτες, ώστε ο οιοσδήποτε υπουργός Οικονομικών να πιστεύει πως οσοδήποτε κι αν αποτύχει ή καταστρέψει, διασώζεται λέγοντας πως «Δεν τα κατάφερα όσο κι αν προσπάθησα».
Μέσα σ' ένα κλίμα στο οποίο συμπεριφέρονται όλοι πανικόβλητα, ανταλλάσσοντας πανικόβλητες πληροφορίες, ενώ επί της ουσίας δεν ξέρουν «πού πάνε τα τέσσερα», «αθωώνονται» τόσο όσοι έφταιξαν τα μέγιστα όσο και εκείνοι που έφταιξαν ελάχιστα ή καθόλου. Η ευθύνη του «μέγιστου» οικονομολόγου που τα έκανε μαντάρα μοιάζει να τον χρεώνει, στην πράξη, αφού παραμένει ατιμώρητος, όσο τον άγνωστο και ανέμελο καφενόβιο συζητητή. Η σκοτοδίνη που προκαλεί μια ανάλογη ατμόσφαιρα έχει ως αποτέλεσμα να μας κάνει να αισθανόμαστε ακόμη πιο σφιχταγκαλιασμένοι με τους θύτες μας και να παραθεωρούμε μιαν απλή αλήθεια (να η βαθιά πνευματική κρίση): ότι περίοδοι πραγματικά μεγάλων κοινωνικών και οικονομικών κρίσεων λειτούργησαν καταλυτικά, ώστε οι άνθρωποι να επικοινωνήσουν ουσιαστικότερα μεταξύ τους, με το να μοιραστούν το ελάχιστο που τους είχε απομείνει. Το ηθικό μεγαλείο μιας εποχής υπήρξε πάντα δυσανάλογα αντίθετο με την οικονομική της δυσπραγία. Η ηθική δυσμορφία των ανθρώπων διογκώνεται σε εποχές ευμάρειας, που η προοπτική της μοιάζει μάλιστα ατέρμονη. Ο καθένας μας έχει ζήσει στη ζωή του ένα θαύμα, ή το ζει, έστω κι αν το κατάλαβε ή του πέρασε απαρατήρητο. Γιατί να το υποτιμούμε τόσο πολύ, ώστε οποιαδήποτε στέρηση πρόκειται να υποστούμε να μας τρομάζει ως μπαμπούλας; Πόσο χρεοκοπημένο χρειάζεται να νιώθουμε τον εαυτό μας, ώστε να αδυνατούμε να εννοήσουμε πως όσο δυσχεραίνουν τα πράγματα, τόσο διευρύνονται οι προϋποθέσεις να φανούμε πραγματικά γενναιόδωροι, ενώ η επάρκεια μας κάνει συχνά μίζερους, τσιγκούνηδες.
Κανείς οικονομικός εγκέφαλος, διεθνής ή εγχώριος, δεν θα μπορούσε να μας τρομοκρατήσει, αν γνώριζε πως υπάρχει μια πνευματική καλλιέργεια που δεν μας επιτρέπει να τον λογαριάζουμε ως τον αποκλειστικό μας σωτήρα. Η περιφρόνηση που θα εισέπραττε, ενώ ασκεί το «λειτούργημά» του, θα τον έκανε προσεκτικότερο. Οταν αναθέτεις τη σωτηρία σου σ' ένα μικρού ή ανύπαρκτου αναστήματος άτομο, που συμβαίνει να έχει αποκτήσει μεγάλο όνομα, θα σε βουλιάξει οπωσδήποτε.
ΠΗΓΗ:εφημ. ΤΑ ΝΕΑ, 23-4-2010
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου