Tου Χρήστου Γιανναρά από την Καθημερινή
Ενας από τους χάρτες ενιαίου κράτους της «Μακεδονίας» που κυκλοφορούν στα Σκόπια, με γεωγραφικό κέντρο και πρωτεύουσα τη Θεσσαλονίκη, εμφανίστηκε για ελάχιστες στιγμές σε πρωινές εκπομπές δύο τηλεοπτικών καναλιών. Δηλαδή στο περιθώριο του περιθωρίου ενημέρωσης της ελλαδικής κοινωνίας. Το σοκ πανικού κάποιων τηλεθεατών, ειδικά στη Βόρεια Ελλάδα, δεν θεωρείται «είδηση», μόνο αντικείμενο χλευασμού: Το αθηνοκεντρικό Ελλαδέξ βλέπει στο σύμπτωμα μια «αδικαιολόγητη» φοβική συμπεριφορά.
Η απολογία του φόβου θα είχε να αντιτάξει σοβαρές αιτιολογίες με τεκμηριωμένα επιχειρήματα (όχι ψυχολογικού, αλλά πολιτικού χαρακτήρα). Και κυριότερο έρεισμα του φόβου είναι ο αποκλεισμός του από τη δημόσια προσοχή ή a priori κατασυκοφάντησή του, η σχεδόν απαγόρευση να εκφραστεί ο φόβος, να ακουστεί δημόσια η δικαιολόγησή του. Κάθε ρητή αντίρρηση στην απροκάλυπτη και επίμονη διεκδίκηση της Θεσσαλονίκης από τους Σκοπιανούς αντιμετωπίζεται στο αθηνοκεντρικό κράτος σαν κατάπτυστος «εθνικισμός», «εθνικιστικός λαϊκισμός».
Ο σοβαρά προβληματιζόμενος πολίτης (και όχι μόνο στη Βόρεια Ελλάδα) αντιλαμβάνεται με ενάργεια ότι δεν έχει ούτε την πολιτική εκπροσώπηση ούτε έναν ικανό κρατικό μηχανισμό για να υπερασπίσουν στον διεθνή στίβο τα δίκαιά του, τα αυτονόητα και στοιχειώδη της ελευθερίας του και της αξιοπρέπειάς του. Δεν υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να ασκήσει η Ελλάδα σήμερα εξωτερική πολιτική: Το πολιτικό σύστημα έχει ολοφάνερα καταρρεύσει, αδυνατεί να ανταποκριθεί σε θεμελιώδεις κοινωνικές ανάγκες. Την εξουσία διαχειρίζονται ιδιοτελείς ψηφοθήρες ή δελφίνοι αρχηγικών θώκων, έμφοβοι υπάλληλοι - διεκπεραιωτές ξένων συμφερόντων. Δεν υπάρχει παιδεία ικανή να συντηρήσει στους πολίτες κριτική σκέψη και ελεύθερο φρόνημα, έχει «αποδομηθεί» κάθε έρεισμα συλλογικού αυτοσεβασμού. Η «άμυνα» της χώρας είναι πηγή άντλησης «προμηθειών» για τα πελώρια κομματικά έξοδα, πεδίο για μικρορουσφέτια, υπαλληλική ραστώνη και χαβαλέ.
Με στοιχειώδη πολιτική οξυδέρκεια μπορεί οποιοσδήποτε να διαβλέψει ότι το όνομα του τεχνητού κρατιδίου των Σκοπίων λειτουργεί και θα λειτουργήσει σαν μια ακόμη αφορμή ομηρείας του αθηνοκεντρικού Ελλαδισμού στους εκβιασμούς «φίλων» και «συμμάχων» χωρών. Μια ακόμη αφορμή ομηρείας που έρχεται να προστεθεί σε αυτή των «γκρίζων ζωνών» του Αιγαίου, της μουσουλμανικής μειονότητας στη Θράκη, της «γραμμής Αττίλα» στην Κύπρο, της μεθοδικής εθνοκάθαρσης στη Βόρεια Ηπειρο, του προγραμματικού πνιγμού του Πατριαρχείου στην Κωνσταντινούπολη. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ομηρείας αντιτάσσεται έστω και ίχνος ρεαλιστικής ελληνικής διπλωματίας πέρα από υπαλληλικού στυλ οσφυοκαμψίες και πληθωρικά χαμόγελα;
«Εχουν κάθε δικαίωμα αυτοπροσδιορισμού οι γείτονές μας Σκοπιανοί», κόπτεται η υπέρμαχος κάθε διεθνικού προτάγματος του ΝΑΤΟ «ανανεωτική Αριστερά».
Αν όμως εμφανιζόταν ποτέ σε ελληνικό χαρτονόμισμα εικόνα της Αγια-Σοφιάς, σύσσωμες οι «προοδευτικές δυνάμεις», από τον παλαιάς κοπής παιδαριογέροντα ηγέτη ώς τους εξτρεμιστές νεοφιλελεύθερους συνοδοιπόρους, θα ξεσηκώνονταν μαινόμενοι να καυτηριάσουν τον «αλυτρωτικό σοβινισμό». Δεν είμαστε σοβαρή χώρα, γι’ αυτό και αδυνατούμε να ασκήσουμε ρεαλιστική εξωτερική πολιτική.
Η ονομασία του κράτους των Σκοπίων έφερε για πολλοστή φορά στο φως την ολοκληρωτική παγίδευσή μας στο αδιέξοδο: όσοι πολίτες αγωνιούν, αισθάνονται υπόλογοι, γραφικοί «καταστροφολόγοι» ή πατριδοκάπηλοι «εθνικιστές». Η μεγάλη πλειονότητα δεν αντέχει να βλέπει κατάματα την πραγματικότητα, γαντζώνεται σε «αιδιόδοξα» παραισθησιογόνα, αναγνωρίζει και «θετικά» στους αυτουργούς του αδιεξόδου, τους ξαναψηφίζει με πειθήνιο ραγιαδισμό.
Μια τρίτη μερίδα προτιμάει να βυθίζεται στον ευκαιριακό ηδονισμό (κυνήγι χρήματος, σεξ εξουσίας), αδιαφορώντας πλήρως για το τι τέξεται η επιούσα. Αυτή η τρίτη μερίδα μάλλον κρίνει και το εκλογικό κάθε φορά αποτέλεσμα.
Μέχρι πριν από λίγα χρόνια, άνθρωποι της ανιδιοτέλειας, του δημιουργικού δυναμισμού, των απαιτήσεων ποιότητας συσπειρώνονταν σε «κινήσεις πολιτών», πολιτιστικά σωματεία, θεατρικές ομάδες, ενοριακές συντροφιές.
Ηταν η αντίσταση στον προπετή αμοραλισμό του ΠΑΣΟΚ, στην ιδεολογική τρομοκρατία του «συνασπισμένου» μηδενισμού. Και η ενεργός αναμονή μιας πολιτικής αλλαγής. Το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας, πολιτικά και ιδεολογικά ανύπαρκτο, ολοφάνερα ανίκανο να κομίσει αντιπρόταση και να προκαλέσει κοινωνική μεταστροφή, διέσωζε σαν έσχατη ελπίδα αλλαγής το νεαρό της ηλικίας του αρχηγού του: Είναι νέος, δεν γίνεται να μην έχει φιλοδοξίες, να μην έχει πείσμα και τόλμη για τομές και ρήξεις, έστω και μόνο για την περηφάνεια του και το οικογενειακό του όνομα – όσο σάπιο και αν είναι το κόμμα του.
Η τυπική πολιτική αλλαγή συντελέστηκε, το καινούργιο δεν αναδύθηκε. Στα λόγια, μια «βελτιωτική» διαχείριση του κυρίαρχου αμοραλισμού και μηδενισμού, στην πράξη ένα (απίστευτο και για τους πιο απαισιόδοξους) κατρακύλισμα σε πρωτογονισμό διαφθοράς, αναξιοκρατίας, δραματικής ανικανότητας, παραλυτικής ατολμίας. Οι αναλύσεις περιττεύουν, η καθημερινή εμπειρία του έντιμου πολίτη ξεπερνάει κάθε γλωσσική έκφραση του απελπισμού.
Το μόνο που ακόμα προκαλεί σε σπουδή και λογική βάσανο, είναι το ανθρωπολογικό αίνιγμα, όπως διαφαίνεται στην περίπτωση του πρωθυπουργού: Αραγε αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα γύρω του; Οταν με τόση αυτοπεποίθηση ρητορεύει καυχόμενος για τις «μεταρρυθμίσεις» που επιτελεί, είναι θύμα ψευδαισθήσεων ή συνειδητά προσπαθεί να εξαπατήσει τους αφελείς; Εχει κάποια επίγνωση πόσο τραγικά ανίκανος εμφανίζεται να διακρίνει ανθρώπινες ποιότητες, να επιλέξει επιτελείς και συνεργάτες, πόσο άτολμος να ανασχηματίσει την κυβέρνησή του, να δοκιμάσει επιλογές που δεν του επιβάλλονται από την κομματική καμαρίλα ή την έγνοια του να ευχαριστήσει τον «ξένο παράγοντα»;
Σε κάποια χρόνια, που προμηνύονται λίγα, θα γυρίσει σπίτι του, η ευκαιρία να ηγηθεί του λαού που τον εμπιστεύτηκε, να σημαδέψει την Ιστορία, θα έχει χαθεί. Αναπότρεπτα θα αξιολογηθεί συγκριτικά, είναι συνώνυμος προγενέστερου πρωθυπουργού. Δεν τον ενοχλεί να τον ξεχωρίζουν με το προσωνύμιο «ο μικρός» (στο πολιτικό ανάστημα), «ο λίγος» (στην τόλμη και στη δημιουργική φαντασία), ο αξιολύπητος «αποτυχημένος»;
Πάντως δεν έδειξε να τον θίγουν οι χλευασμοί ακόμα και των Σκοπιανών για την ατολμία του, ούτε να ενοχλείται που την εξωτερική του πολιτική (με επιλογή του ή επιβεβλημένα) διαχειρίζεται η κεντρική πολιτική του αντίπαλος, δίκην επιτρόπου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου