Προς μια Εκκλησιολογική επανα-θεολογία των Μυστηρίων στις Ενοριακές Κοινότητες και όχι μόνο...
Γράφει ο του π.Δημητρίου Θεοφίλου
Μάλλον έφτασε η ώρα και η στιγμή (αν δεν είμαστε ήδη στο και 5΄) για να σκύψουμε με πόνο και ενδιαφέρον σε μια εκκλησιολογική προσέγγιση επανα-θεολογικής προοπτικής που νομίζω πως είναι απαραίτητη για να πορευτούμε προς το μέλλον. Κοινή αίσθηση νομίζω είναι πως πρέπει να αρχίσουμε να δρούμε ιεραποστολικά δίχως να θεωρούμε πιθανή ή δυνατή την ύπαρξη αυτονόητων εκκλησιολογικών προϋποθέσεων, δυστυχώς οι χριστιανοί μας………….. είναι ακατήχητοι και απροϋπόθετοι σε βαθμό «κακουργήματος» με κύριους συνένοχους στη τόση άγνοιά και απαξίωσή τους την δική μας αδιαφορία (αφασία) και τον στυγνό μας επαγγελματισμό.
Για την θεολογική εκκλησιολογία του μυστηρίου στο οποίο πρόκειται κάποιος να προσέλθει ώστε να συμμετάσχει και να μη περάσει «μαγικά» από πάνω ή από δίπλα του μέσα από «φολκλορικές» προϋποθέσεις του «φαίνεσθαι».
Δυστυχώς δεν εγκύπτουμε με σεβασμό και ενδιαφέρον στον «αδιάκριτα» πλησίον στη πλειονοψηφία μας, εκτός κάποιων ελπιδοφόρων εξαιρέσεων, που δυστυχώς δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να επιβεβαιώνουν το σκληρό και ανάλγητο κανόνα. Αν είχαμε τον ίδιο «πόνο» και το ίδιο ενδιαφέρον που έχουμε όταν διαβιβάζουμε ένα μυστήριο να πάει να τελεσθεί αλλού, για τα μυστήρια που ανεπίγνωστα συνήθως τελούμε εμείς (δίχως προσωπική μετοχή, προσευχή και κατήχηση), τότε τα πράγματα θα έμπαιναν σε κάποια ελπιδοφόρα αλλιώτικη τροχιά. Αν δεν δράσουμε αγαπητικά και κατηχητικά εμείς όχι κάποιοι άλλοι πάνω, κάτω δίπλα ή πέρα από μας, στη συγκεκριμένη πραγματικότητα του ο καθένας μας μέσα στις προκλήσεις που προκύπτουν καθημερινά και απαιτούν επιτακτικές θεολογικές και υπεύθυνες απαντήσεις ποιος άλλος θα το πράξει αντί για μας.
Η εν-συνείδηση του ρόλου μας ως ποιμένα – πατέρα και θεραπευτή –αδελφού πρέπει να αποτελεί την πεμπτουσία τόσο της ιερατικής διακονίας όσο και της ιεραποστολικής δράσης που αυτή συνεπάγεται. Υπάρχει άραγε κάποιο ενδιαφέρον κάποια μέριμνα κάποιος πόνος, για τους ανθρώπους , όχι αυτούς που αναζητήσαμε και βρήκαμε εμείς ως «χαμένα πρόβατα» διαδικασία επίπονη και απευκταία, αλλά για τους άλλους εκείνους που ήρθαν μπροστά στη πόρτα μας, και εμείς ίσως χωρίς καν να διασταυρώσουμε το βλέμμα μας μαζί τους (από ενοχή άραγε, από αδιαφορία και στυγνό επαγγελματισμό ποιος ξέρει;) τους αραδιάζουμε δικαιολογητικά και γραφειοκρατικές διαδικασίες, αγνοώντας το ανθρώπινο πρόσωπο που έχουμε απέναντί μας για το οποίο ο Χριστός σταυρώθηκε – πέθανε – και αναστήθηκε.
Ούτε «ψίχουλα» ποιμαντικής ενασχόλησης και ενδιαφέροντος δεν διαθέτουμε για να μιλήσουμε κατηχητικά και θεραπευτικά με αυτά τα νέα συνήθως παιδιά που αν βρίσκαμε το χρόνο και τον τρόπο θα μπορούσαν να μας ακούνε να τους μιλάμε τόσο όσο δεν φαντάζεστε, αν δεν είναι μόνο στείρες εγκεφαλικές λέξεις αλλά έχουν έστω και την ελάχιστη συμβατότητα με την καθημερινή ζωή και πρακτική μας. Όχι μόνο δεν τους αγαπάμε αλλά ούτε καν τους σεβόμαστε και αυτό φανερώνεται από τον ανεπίγνωστο τρόπο που τελούμε τα 2 μυστήρια και σε χρόνο και σε τρόπο. Δεν συμμετέχουμε δεν είμαστε παρόντες «παραγωγή» βγάζουμε, παπαγαλίζουμε ασυναίσθητα φράσεις, προτάσεις λόγια άδεια γιατί εμείς δεν είμαστε εκεί είμαστε απόντες και χαμένη στο μικρόκοσμό του εγώ μας, ή οργανώνουμε μεγαλεπήβολα σχέδια για άλλο χρόνο και τόπο.
Ο τρόπος που γίνονται οι γάμοι και οι βαπτίσεις είναι οδυνηρός και απελπιστικός (λίαν επιεικείς εκφράσεις), ο σκοπός δυστυχώς ή μάλλον ευτυχώς δεν αγιάζει τα μέσα, κακό-τελούμενα μυστήρια έχουν ελλειμματικό περιεχόμενο και χαρακτήρα και οι αυτονόητες συνέπειες συνήθως δεν αργούν να προκύψουν, αλλά το ρεσιτάλ της αναλγησίας μας και της μετατροπής μας από πατέρες και θεραπευτές σε ασυναίσθητους διεκπεραιωτές, είναι η στιγμή του θανάτου των ανθρώπων και της κατά συνέπεια της κηδείας και του μνημόσυνου τους. Καλά δεν υπάρχει κανείς να έχει έστω και την ελάχιστη ευαισθησία να σταματήσει αυτό τον κατήφορο, τόση μα τόση κατάντια. Στα νεκροταφεία των μεγαλουπόλεων οι άνθρωποι αντιμετωπίζονται σαν απόβλητα σε χωματερές, μας «κόβει» το ζήτημα της καύσης των νεκρών, η ταφή που κάνουμε, είναι αντάξια της αθάνατης ψυχής που έχει ο κάθε άνθρωπος η μια παραγωγική (υπερ-κερδοφόρος) διαδικασία διαχείρισης αποβλήτων (είναι τυχαίο - που «πέφτουν κορμιά» για το ποιοι ιερείς και κάθε πότε, θα κάνουν εφημερία στα νεκροταφεία των μεγαλουπόλεων - δεν νομίζω).
Ένα πρόχειρο συμπέρασμα που βγαίνει από την μελανή αυτή πραγματικότητα που περιγράφω πολύ sic, η αληθινή εικόνα είναι ασύγκριτα ανατριχιαστική και τραγική, είναι το πως έχουμε ξαστοχήσει και φυσικά και μεταφυσικά, και ουμανιστικά και θεολογικά του ρόλου και της αποστολής μας «για αλλού κινήσαμε για αλλού και αλλού η ζωή μας πάει» σύμφωνα με τι στίχο του ποιητή. Καλούμαστε σε αυτοκριτική και επαναπροσδιορισμό της ποιμαντικής μας ευθύνης αλλά αυτό προϋποθέτει προσευχή – γνώση – μετάνοια. Σημαίνει επιστροφή και ανάληψη ευθύνης για αλλαγή και βελτίωση των υφισταμένων συνθηκών του πως, του που και του γιατί δραστηριοποιούμαστε με τόση επικίνδυνη προχειρότητα, ανευθυνότητα και απελπισία.
Σημείωση: O παπα-Δημήτρης Θεοφίλου είναι εφημέριος στον Ι.Ν. Αγίου Χαραλάμπους Ιτέας, Φωκίδας. Είναι έγγαμος, πατέρας 3 παιδιών, Πτυχ. Θεολογίας, Πτυχ. Ψυχολογίας, Μaster Θεολογίας, Πτυχ. βυζαντινής μουσικής.
Πηγη: http://www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=3890
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου